Η αιώνια Νύχτα και Καταχνιά της ανθρωπότητας (1956)

To 1954 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Hachette το βιβλίο της Olga Wormser και του Henri Michel με τίτλο Tragédie de la déportation 1940-1945 (Η τραγωδία του εκτοπισμού 1940-1945). Ουσιαστικά ήταν ένα βιβλίο με μαρτυρίες κρατουμένων για τη ζωή στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, την κατηγοριοποίηση και τη διαδικασία εξόντωσης τους. Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους πραγματοποιήθηκε έκθεση με το ίδιο θέμα στο Εθνικό Παιδαγωγικό Ινστιτούτο στο Παρίσι. Εκεί συζητήθηκε το ενδεχόμενο να δημιουργηθεί μια ταινία για το Ολοκαύτωμα. Έτσι, ο παραγωγός της Argos Films, Anatole Dauman, πρότεινε στον Alain Resnais, ο οποίος δέχθηκε, αν και αρχικά ήταν διστακτικός. Οι σκηνές του ντοκιμαντέρ γυρίστηκαν στο Auschwitz και στο Majdanek (1). Το ντοκιμαντέρ πέρασε από τη γαλλική επιτροπή λογοκρισίας, που έκοψε δύο πλάνα: ένα με μια μπουλντόζα να σπρώχνει πτώματα στο Bergen-Belsen (εικόνα 1) και ένα στιγμιότυπο ενός γάλλου αξιωματικού που φοράει το χαρακτηριστικό κεπί (εικόνα 2) (2). Σύμφωνα με τη λογική πολλών πολιτικών και γραφειοκρατών, η Γαλλία δεν θα μπορούσε να εμπλέκεται με κανένα τρόπο στο Ολοκαύτωμα (3). Η ταινία πέρασε κι άλλες περιπέτειες μέχρι να φτάσει στο Φεστιβάλ των Καννών και του Βερολίνου. Πιο συγκεκριμένα, η γερμανική πρεσβεία ζήτησε από τον υπουργό Εξωτερικών της Γαλλίας, Christian Pineau, να αποσυρθεί η ταινία από το Φεστιβάλ των Καννών. Την οριστική απόφαση για την απόσυρση της ταινίας έλαβε ο υπουργός Βιομηχανίας Maurice Lemaire, γεγονός που ξεσήκωσε πολλές διαμαρτυρίες. Ο Υπουργός Εξωτερικών αρνήθηκε να παρευρεθεί στην έναρξη του Φεστιβάλ Καννών και η επιτροπή επιλογής των ταινιών, που αποτελούνταν από 18 άτομα απειλούσε να παραιτηθεί. Τελικά η ταινία έγινε δεκτή εκτός συναγωνισμού (4).

 

Εικόνα 1: Μπούλντοζα με πτώματα στο στρατόπεδο του Bergen Belsen (Βρετανικά επίκαιρα)

 

Εικόνα 2: Κρατούμενοι στο στρατόπεδο Pithivers (Agence Fulgur)

 

Ένα (πρώτο) βλέμμα στο Ολοκαύτωμα

Εδώ και καιρό δεν προσπαθώ να καταλάβω. Είμαι τόσο κουρασμένος να στέκομαι στο τραυματισμένο μου πόδι, τόσο πεινασμένος και ξεπαγιασμένος, που δεν με ενδιαφέρει πια τίποτα. Αυτή που είναι η τελευταία μέρα της ζωής μου, κι αυτός ο θάλαμος, ο θάλαμος αερίων για τον οποίο όλοι μιλούν, τι μπορώ να κάνω; Καλύτερα να ακουμπήσω στον τοίχο, να κλείσω τα μάτια και να περιμένω.

Primo Levi,
Αν αυτό είναι ο άνθρωπος (5)

Η φιλοσοφική απορία του Alain Resnais στο ντοκιμαντέρ Nuit et brouillard για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης σκίζει την ψυχή του ανθρώπου. Γιατί έγιναν όλα αυτά; Με τι σκοπό; Ποια είναι τελικά τα όρια της ανθρώπινης βαρβαρότητας; Μπορεί όλα να ξεχαστούν τόσο γρήγορα; Οι χώροι του θανάτου δημιουργήθηκαν στο Auschwitz, στο Bergen-Belsen, στο Dachau, στο Mauthausen και αλλού για να συντρίψουν κάθε εικόνα, άποψη, ιδεολογία, πρακτική και ταυτότητα που δεν υποτάσσονταν ή δεν συμφωνούσε με το ναζισμό. Τα στρατόπεδα ήδη περίμεναν άνδρες, γυναίκες και παιδιά απ’ όλη την Ευρώπη ώστε να ενταχθούν στο οριστικό, αμετάκλητο σχέδιο των Ναζί. Κίτρινα άστρα, βαγόνια γεμάτα ηλικιωμένους, γυναίκες και παιδιά, γερμανοί αξιωματικοί που επιτηρούν στις πλατφόρμες των σταθμών καθώς και χαμάληδες που κουβαλούν άγνωστο φορτίο στους σιδηροδρομικούς σταθμούς συνθέτουν την εικόνα του θανάτου. Οι πόρτες των βαγονιών κλείνουν για το οριστικό ταξίδι ενός μεγάλου τμήματος των Εβραίων της Ευρώπης και όχι μόνο. Σοσιαλιστές, κομμουνιστές, Σλάβοι, ομοφυλόφιλοι, εγκληματίες κ.ά. συμπληρώνουν την ατελείωτη λίστα των εχθρών του Γ΄ Ράιχ. Όλοι αυτοί πρέπει να εξολοθρευτούν για «το καλό της ανθρωπότητας» που εκφράζεται μέσα από την πολιτική των Ναζί. Ο θεατής δεν μπορεί να αποφύγει το αμείλικτο ερώτημα που γεννά το ντοκιμαντέρ των 32 λεπτών: πως είναι δυνατόν η ανθρωπότητα να έχει φτάσει σε ένα τέτοιο παραλογισμό;

Τα αντικείμενα των στρατοπέδων (τείχη, πόρτες, θάλαμοι, κουκέτες, σιδηροδρομικές γραμμές κλπ.) δεν μπορούν να ανασυστήσουν την πραγματικότητα του κόσμου και της ζωής σε αυτά. Ακόμα και οι φωτογραφίες από τα αρχεία που απεικονίζουν τη ζωή των στρατοπέδων ουσιαστικά δεν μπορούν να προσεγγίσουν την ιστορική αλήθεια. Οι Michel Bouquet (αφηγητής), Jean Cayrol (σεναριογράφος) και Alain Resnais (σκηνοθέτης) επιχειρούν να ψηλαφίσουν την ιστορική πραγματικότητα κάτω από δύσκολες συνθήκες την πρώτη δεκαετία μετά την απελευθέρωση των στρατοπέδων. Πόση αλήθεια έρχεται στο φως; Πόσα μπορούν οι θεατές να αποδεχτούν από αυτά που βλέπουν; Πόσο έτοιμοι ήταν να ανοίξουν μια δημόσια συζήτηση για τη βαρβαρότητα του Ολοκαυτώματος; Πρέπει να ομολογήσουμε πως ο αριθμός για μια τέτοια σοβαρή και ουσιαστική συζήτηση ήταν σχετικά μικρός. Βλέποντας και ξαναβλέποντας το ντοκιμαντέρ αυτό με τους αδύναμους και συντετριμμένους των στρατοπέδων συγκέντρωσης να περιμένουν να «τους πάρει το χώμα και το χιόνι» αναρωτιέμαι πόσο λίγο βοήθησαν τελικά οι αγώνες για μια καλύτερη ζωή. Πόσο αδύναμα ήταν τελικά τα σοσιαλιστικά, κομμουνιστικά και αναρχικά ιδεώδη στην αντιμετώπιση της βαρβαρότητας του ναζισμού; Είναι πλέον από βέβαιο πως χρειαζόμαστε ένα ανανεωμένο Διαφωτισμό, μια νέα πορεία της ανθρωπότητας μετά από όσα βίωσε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Και λέω ανθρωπότητα διότι αν κάποιος/κάποια δεν έχει συντριβεί κάτω από αυτά τα θλιβερά δεδομένα μάλλον δεν θέλει να ανήκει στο ενιαίο και αδιαίρετο ανθρώπινο είδος (6).

Και όμως παρά την απαισιοδοξία που γεννά ο πλανήτης των στρατοπέδων για το μέλλον του ανθρώπινου είδους, οι άνθρωποι αντιστέκονται, στο βαθμό που μπορούν, μέσα σε αυτά:

«Ο άνθρωπος έχει απίστευτες δυνάμεις αντίστασης. Το σώμα φθείρεται από την κούραση, όμως το μυαλό συνεχίζει να δουλεύει. Τα χέρια που είναι καλυμμένα με επιδέσμους συνεχίζουν να δουλεύουν, φτιάχνουν κουτάλια, μαριονέτες που τις κρύβουν προσεκτικά, τέρατα, κουτιά. Καταφέρνουν να γράψουν, να κρατήσουν σημειώσεις. Εκπαιδεύουν τη μνήμη με όνειρα. Μερικοί σκέφτονται τον Θεό. Μερικοί οργανώνονται πολιτικά προκαλώντας τους κοινούς εγκληματίες για τον έλεγχο της ζωής του στρατοπέδου. Φροντίζουν τους πιο άρρωστους, μοιράζουν το φαγητό τους και δημιουργούν κέντρα αλληλοβοήθειας. Ως έσχατη λύση και με μεγάλη αγωνία πηγαίνουν τους ετοιμοθάνατους στο νοσοκομείο» (7).

Ο Mengele με τα πειράματά του σε παιδιά, δίδυμα και ενήλικες καθώς και ο Himmler με τα σχέδιά του για την υλοποίηση της «τελικής λύσης» μοιάζουν σχεδόν ακατανόητοι, ασύλληπτοι, εξωπραγματικοί στη μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων. Οι Ναζί επιμένουν να δείχνουν ότι υπάρχει πραγματική ζωή στα στρατόπεδα συγκέντρωσης (νοσοκομείο, οίκος ανοχής, φυλακή κλπ.). Όμως οι πραγματικές εικόνες που φέρνει μπρος τα μάτια μας ο Resnais μήπως και ξυπνήσουμε από το λήθαργο στον οποίο έχουμε πέσει, είναι φρικιαστικές. Συνθλίβουν κάθε έλλογο όν, συνταράσσουν την προσωπικότητα του, προκαλούν απογοήτευση, πίκρα και οργή. Ο Resnais δεν δημιούργησε ένα ντοκιμαντέρ μόνο για να προβάλλει τις φρικαλεότητες των Ναζί. Ο Resnais μας υπενθυμίζει ότι και εμείς φέρουμε μέρος της ευθύνης γι αυτό που δημιουργήθηκε, όχι απαραίτητα διότι το υποστηρίξαμε αλλά μάλλον διότι με τη σιωπή και/ή την αδιαφορία μας επιτρέψαμε να γίνει αυτό που έγινε. Κομμένα κεφάλια, ακέφαλα σώματα, χιλιάδες ζευγάρια γυαλιών, πινέλα για το ξύρισμα, χτένες, παπούτσια κ.ά. συνθέτουν μια εικόνα που δεν έχει τέλος. Χιλιάδες κιλά μαλλιά γυναικών βρίσκονται στοιβαγμένα σε μια αποθήκη για να δημιουργηθεί ύφασμα από αυτά. Από τα κόκαλα των δολοφονημένων γίνεται λίπασμα. Μα είναι δυνατόν; Όχι μόνο είναι, αλλά γνωστές και σε μας σήμερα εταιρίες (Heinkel, IG Farben, Krupp, Siemens, Steyr, κ.ά) συμμετέχουν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στο εμπορικό και βιομηχανικό παιχνίδι που στήνεται.

Καθώς το ντοκιμαντέρ πλησιάζει προς το τέλος του, γερμανοί αξιωματικοί και Kapo (8) δηλώνουν πως δεν φέρνουν καμία ευθύνη για όλα όσα έχουν συμβεί. «Δεν είμαι υπεύθυνος, δεν είμαι υπεύθυνος, δεν είμαι υπεύθυνος…» δηλώνουν ξανά και ξανά όσοι συμμετείχαν στα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Ο Resnais δεν βάζει στο στόχαστρο του τον Hitler που θα αποτελούσε μια εύκολη απάντηση, αλλά τον απλό καθημερινό άνθρωπο, το γρανάζι της μεγάλης μηχανής που συνέβαλε αποφασιστικά ώστε να δουλεύει όσο το δυνατόν καλύτερα ο μηχανισμός καταστροφής της ζωής εκατομμυρίων ανθρώπων. Ο Resnais δεν αφήνει χώρο για μια αισιόδοξη τροπή των πραγμάτων. Πως θα μπορούσε άλλωστε να το κάνει αυτό ένας σκηνοθέτης που προσπαθεί να συλλάβει φιλοσοφικά την ανθρωπότητα μέσα από τις πιο βάρβαρες και απάνθρωπες στιγμές της.

«Το κρεματόριο δεν χρησιμοποιείται πλέον. Οι συσκευές των Ναζί είναι ξεπερασμένες. Εννιά εκατομμύρια νεκροί στοιχειώνουν αυτό το τοπίο. Ποιος παρακολουθεί από αυτόν τον παράξενο πύργο για να μας προειδοποιήσει για τον ερχομό των νέων εκτελεστών; Είναι πράγματι τα πρόσωπά τους διαφορετικά από τα δικά μας; Κάπου ανάμεσά μας υπάρχουν τυχεροί Kapos, αποκαταστημένοι αξιωματικοί και άγνωστοι πληροφοριοδότες. Υπάρχουν εκείνοι που αρνήθηκαν να το πιστέψουν ή το πίστεψαν μόνο από καιρό σε καιρό. Υπάρχουν και εκείνοι που βλέπουν στα ερείπια το παλιό τέρας του στρατοπέδου συγκέντρωσης να κείτεται νεκρό και θαμμένο κάτω από αυτά. Υπάρχουν και αυτοί που προσποιούνται ότι έρχεται η ελπίδα ξανά καθώς η εικόνα ξεθωριάζει, σαν να υπάρχει θεραπεία για τη μάστιγα των στρατοπέδων. Όσοι προσποιούμαστε ότι πιστεύουμε ότι όλα αυτά συνέβησαν μόνο μια φορά, σε μια συγκεκριμένη στιγμή και σε ένα συγκεκριμένο μέρος και όσοι αρνούνται να δουν, δεν ακούνε την κραυγή που φτάνει μέχρι το τέλος του χρόνου» (9).

Εκτός από το Ολοκαύτωμα ως γεγονός, ο Resnais εισήγαγε με εμφατικό τρόπο τη σχέση παρελθόντος και παρόντος γεγονός που συζητήθηκε εκτεταμένα τόσο από κριτικούς όσο και από σκηνοθέτες, ιστορικούς, κ.ά. Η εναλλαγή ή το παιχνίδισμα του παρελθόντος και του παρόντος μέσω ασπρόμαυρων και έγχρωμων πλάνων έγινε με τέτοιο τρόπο ώστε να αντιλαμβάνεται ακόμα και ο πιο αδαής θεατής τη σχέση του χθες με το σήμερα, τον πόνο με τον στοχασμό και το θάνατο με τη ζωή. Σήμερα όλα αυτά μπορεί να μοιάζουν κοινότοπα, εύκολα και κατανοητά αλλά πρέπει να θυμόμαστε ότι εκείνη την εποχή τα ζητήματα αντίληψης, περιγραφής και αισθητικής ήταν σαφώς διαφορετικά.

Το ντοκιμαντέρ Νύχτα και καταχνιά αποτελεί ένα πραγματικό αριστούργημα και δεν μπορεί να επισκιαστεί από πολλές και σοβαρές κινηματογραφικές προσπάθειες αναπαράστασης του Ολοκαυτώματος (Shoah του Claude Lanzmann, Λίστα του Σίντλερ του Steven Spielberg, Αμήν του Κώστα Γαβρά κ.ά.) καθώς αποτέλεσε την πρώτη σημαντική προσπάθεια ένταξης του βλέμματος της ανθρωπότητας στον κόσμο των στρατοπέδων συγκέντρωσης και εξόντωσης.  Με λίγα λόγια, το εξαιρετικό αυτό έργο αποτελεί  το αρχέτυπο όλων των ντοκιμαντέρ και ταινιών που ασχολούνται με το Ολοκαύτωμα και τις γενοκτονίες.


Υποσημειώσεις

(1). Peter Cowie, Night and Fog: Origins and Controversy, The Criterion Collection,
https://www.criterion.com/current/posts/289-night-and-fog-origins-and-controversy 

(2). Pollock, Griselda; Silverman, Max (επιμ.), Concentrationary Cinema. Aesthetics as Political Resistance in Alain Resnais’s Night and Fog (1955), Berghahn Books, New York – Oxford, 2011, σ. 2

(3). Peter Cowie, Night and Fog: Origins and Controversy, ό.π.

(4). Peter Cowie, Night and Fog: Origins and Controversy, ό.π.

(5). Primo Levi, Αν αυτό είναι ο άνθρωπος, μετάφραση: Χαρά Σαρλικιώτη, Άγρα, Αθήνα, 1997, σ. 57

(6). Ο καπιταλισμός και η πιο εκσυγχρονισμένη εκδοχή του, ο νεοφιλελευθερισμός, επιμένουν στην απουσία κοινωνίας και την ύπαρξη μόνο ατόμων. Υπό αυτό το πρίσμα δεν μπορούμε να νιώσουμε πόνο, θλίψη και συμπόνια για τα εκατομμύρια θύματα ούτε μπορούμε να μετατρέψουμε τη στάση μας σε πολιτική με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά γνωρίσματα όπως είναι η κοινωνική αλληλεγγύη και η διαρκής υπενθύμιση των όσων έγιναν.

(7). Από το σενάριο του ντοκιμαντέρ Νύχτα και καταχνιά στα αγγλικά στο https://www.oocities.org/emruf4/nightandfog.html

(8). Οι Kapo (γερμανικά: Funktionshäftling) ήταν κρατούμενοι σε ναζιστικά στρατόπεδα όπου τους είχε ανατεθεί από τους φρουρούς των SS η επίβλεψη της πραγματοποίησης της καταναγκαστικής εργασίας ή η εκτέλεση διοικητικών καθηκόντων.

(9). Από το σενάριο του ντοκιμαντέρ Νύχτα και καταχνιά στα αγγλικά στο https://www.oocities.org/emruf4/nightandfog.html


Βιβλιογραφία

Primo Levi, Αν αυτό είναι ο άνθρωπος, μετάφραση: Χαρά Σαρλικιώτη, Άγρα, Αθήνα, 1997

Pollock, Griselda; Silverman, Max (επιμ.), Concentrationary Cinema. Aesthetics as Political Resistance in Alain Resnais’s Night and Fog (1955), Berghahn Books,  New York – Oxford, 2011

Δικτυογραφία

Το σενάριο του ντοκιμαντέρ Νύχτα και καταχνιά στα αγγλικά  https://www.oocities.org/emruf4/nightandfog.html

Peter Cowie, Night and Fog: Origins and Controversy, 23 Ιουνίου 2003, The Criterion Collection,  https://www.criterion.com/current/posts/289-night-and-fog-origins-and-controversy

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *